Εισαγωγή στερεών τροφών: πότε και πώς ξεκινάμε;
Η εισαγωγή στερεών τροφών στη διατροφή του βρέφους παίζει καθοριστικό ρόλο για την ανάπτυξή του και την εγκατάσταση γευστικών προτιμήσεων και διατροφικών συνηθειών που θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή.
Πότε ξεκινάμε;
Τους πρώτους μήνες ζωής το βρέφος τρέφεται αποκλειστικά με γάλα, το οποίο ιδανικά προσφέρεται μέσω αποκλειστικού μητρικού θηλασμού. Η εισαγωγή στερεών τροφών, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες, συστήνεται να γίνει σε ηλικία 4-6 μηνών. Συγκεκριμένα, η Αμερικανική Παιδιατρική εταιρεία (AAP) και η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Παιδιατρικής Γαστρεντερολογίας, Ηπατολογίας και Διατροφής (ESPGHAN) συστήνουν την εισαγωγή στερεών μεταξύ 17ης και 26ης εβδομάδας (όχι πριν τον 4ο ή μετά τον 6ο μήνα ζωής). Η σύσταση αυτή ισχύει τόσο για τα θηλάζοντα όσο και για τα μη θηλάζοντα βρέφη. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν σε όλες τις χώρες του κόσμου, συστήνει αποκλειστικό μητρικό θηλασμό τους πρώτους 6 μήνες και έναρξη συμπληρωματικών τροφών περί τον 6ο μήνα.
Τι μπορεί να προκαλέσει η πρώιμη και η καθυστερημένη εισαγωγή;
Η πρώιμη εισαγωγή στερεών τροφών πριν από τους 4 μήνες αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης τροφικών αλλεργιών, εκζέματος και παιδικής παχυσαρκίας και πρόωρου απογαλακτισμού. Αντίθετα, καθυστερημένη εισαγωγή συμπληρωματικής τροφής μετά την ηλικία των 6 μηνών δεν συστήνεται, δεδομένου ότι το μητρικό γάλα δεν καλύπτει πλέον τις ολοένα και αυξανόμενες διατροφικές ανάγκες του βρέφους. Μάλιστα, με βάση τις οδηγίες συστήνεται να έχει εισαχθεί στη διατροφή του βρέφους η πλειονότητα των τροφών έως τον 7ο μήνα ζωής.
Πώς καταλαβαίνουμε ότι είναι έτοιμο;
Μετά τους 4-5 μήνες ζωής, το βρέφος έχει αναπτύξει επαρκή νεφρική και γαστρεντερική λειτουργία, που εξασφαλίζουν ικανοποιητική πέψη, απορρόφηση και απέκκριση των συστατικών των τροφών. Τα περισσότερα βρέφη έχουν κατακτήσει τις νευροαναπτυξιακές δεξιότητες που επιτρέπουν την εισαγωγή στερεών τροφών σε ημίρρευστη μορφή. Στην ηλικία αυτή, το μωρό συνήθως είναι σε θέση να στηρίζει καλά το κεφάλι του, να κάθεται με υποστήριξη, να μην απωθεί με τη γλώσσα την τροφή που προσφέρεται με το κουταλάκι (αντανακλαστικό γλώσσας) και να καταπίνει χωρίς πρόβλημα μη υδαρείς τροφές. Επιπλέον, παρακολουθεί με ενδιαφέρον το φαγητό που τρώει η οικογένεια και μπορεί να πεινάει ακόμη και μετά τα γεύματα και να ζητάει περισσότερο γάλα. Τέλος, είναι σε θέση να επικοινωνήσει και να δείξει στον γονέα ότι έχει χορτάσει, γυρνώντας αλλού το κεφάλι. Όλες αυτές οι ενδείξεις σηματοδοτούν ότι είναι έτοιμο για κουτάλι!
Σίτιση αντίστοιχη στην ψυχοκινητική εξέλιξη του βρέφους
Οι σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες συστήνουν σίτιση με κουτάλι, η οποία είναι σύμφωνη με την ψυχοκινητική εξέλιξη του βρέφους. Με βάση την τακτική αυτή, στην αρχή προσφέρονται με το κουτάλι καλά πολτοποιημένες και σχετικά αραιές τροφές. Μετά τις λίγες πρώτες εβδομάδες προσαρμογής από το γάλα στο κουτάλι, οι τροφές πολτοποιούνται λιγότερο, δίνονται ολοένα και πιο παχύρρευστες, με σβώλους και στη συνέχεια λιωμένες με το πιρούνι ή κομμάτια τροφής, με απώτερο στόχο να καταστεί δυνατή η σίτιση με φαγητά της οικογένειας σε ηλικία των 12 μηνών.
Επισημαίνεται ότι οι ημίρρευστες τροφές απαγορεύεται ρητά να προσφέρονται με μπουκάλι. Παρεμπιπτόντως αναφέρεται επίσης ότι απαγορεύεται η χορήγηση γάλακτος με το μπουκάλι ενώ το βρέφος είναι ξαπλωμένο πριν τον ύπνο, γιατί αυξάνει τον κίνδυνο τερηδόνας, οξείας ωτίτιδας και υπερσίτισης.
Η εισαγωγή στερεών με τη μέθοδο baby-led weaning ενθαρρύνει τη “αυτοσίτιση” με κομμάτια μη πολτοποιημένων τροφών τα οποία το βρέφος μπορεί να συλλάβει με το χέρι. Τα πιθανά πλεονεκτήματα και οι κίνδυνοι από τη μέθοδο αυτή όμως, δεν έχουν ακόμη ξεκαθαριστεί.
Σίτιση ανταποκρινόμενη στην όρεξη του βρέφους
Πολύ πιο σημαντική από την οποιαδήποτε μέθοδο σίτισης είναι η σωστή ανταπόκριση των γονέων στα σημεία πείνας και κορεσμού του παιδιού (responsive feeding), ώστε να ικανοποιούνται οι ανάγκες του, χωρίς πίεση. Δυστυχώς, οι περισσότεροι γονείς ενώ αναγνωρίζουν με ευκολία την πείνα και ανταποκρίνονται με ιδιαίτερη ευαισθησία σε αυτή, αγνοούν τα σημάδια του κορεσμού με αποτέλεσμα πολλές φορές την υπερσίτιση.
Σημεία πείνας και κορεσμού
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της ανταποκρινόμενης στην όρεξη του παιδιού σίτισης, είναι η σωστή αναγνώριση των σημείων αυτών. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό γίνεται πιο εύκολο και οι γονείς μπορούν να διακρίνουν πότε το μωρό είναι πεινασμένο ή χορτάτο, αδιάφορο ή κουρασμένο. Σημεία πείνας: το μωρό ενθουσιάζεται όταν βλέπει την προετοιμασία του φαγητού, γέρνει προς το μέρος του γονέα όταν κάθεται απέναντι από το καρεκλάκι του, ανοίγει μόνο του το στόμα όταν πλησιάζετε το κουτάλι προς το μέρος του. Σημεία κορεσμού: το μωρό είναι χορτασμένο όταν γυρνάει αλλού το κεφάλι, χάνει το ενδιαφέρον του, αποσπάται από κάτι άλλο, σπρώχνει το κουτάλι και τελικά γκρινιάζει και σφραγίζει το στόμα του. Αν έχει εκδηλώσει αυτά τα σημεία, το γεύμα θα πρέπει να τελειώσει - δεν πρέπει να πιέζουμε το παιδί “να τελειώσει το φαγητό του”. Εκπαιδεύουμε το παιδί να τρώει με βάση το αίσθημα της πείνας και του κορεσμού από την πρώτη στιγμή και αυτό βοηθάει να αναπτύξει υγιεινές διατροφικές συνήθειες για πάντα.
Πότε προσφέρουμε τροφές στο χέρι του;
Στην ηλικία των 7- 9 μηνών το μωρό θα σας δείξει ότι είναι έτοιμο να χειριστεί μόνο του στερεές τροφές, προσπαθώντας να τις πιάσει με το χέρι του. Τότε προσφέρονται στο βρέφος μαλακά κομμάτια τροφής που τρώει με το χέρι του (finger food). Σχεδόν όλες οι υγιεινές και θρεπτικές τροφές που έχουν κατάλληλη υφή, μακρόστενο σχήμα και είναι αρκετά μαλακές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για αυτό τον σκοπό. Απαγορεύονται εκείνες που μπορεί να προκαλέσουν πνιγμονή, όπως μικρά κομμάτια ωμού μήλου, σταφίδες, ρόγες από σταφύλι, ολόκληροι ξηροί καρποί κτλ Προσοχή: η καθυστερημένη μετά τους 9-10 μήνες εισαγωγή παχύρευστης, με σβώλους τροφής και τροφής που προσφέρονται στο χέρι μπορεί να καταλήξει σε δυσκολίες σίτισης. Το μωρό δεν είναι απαραίτητο να έχει δόντια για να ξεκινήσει μαλακές στερεές μη πολτοποιημένες τροφές, δεδομένου ότι τα ούλα του είναι πλέον αρκετά σκληρά και του επιτρέπουν να μαλακώνει την τροφή.
Σειρά εισαγωγής των τροφών
Κατά την εισαγωγή των διαφορετικών τροφών δεν ακολουθείται κάποια προκαθορισμένη σειρά, μπορούμε να εισάγουμε οποιαδήποτε από τις τροφές πρώτη – δεύτερη κ.ο.κ. Επιπλέον, δεν υπάρχει λόγος να ξεκινήσουμε συγκεκριμένες τροφές σε συγκεκριμένες ηλικίες (π.χ. το αυγό σε ηλικία 9 μηνών), αλλά μπορούμε να προσφέρουμε από την αρχή όλες τις κατηγορίες τροφών (π.χ. αυγό, ψάρι, τροφές που περιέχουν γλουτένη). Η σειρά και η ηλικία εισαγωγής καθορίζεται τελικά από τις διατροφικές ανάγκες του βρέφους, τη διαθεσιμότητα και την εποχή (επιλέγουμε φρέσκα φρούτα και λαχανικά εποχής) και τις διατροφικές συνήθειες του λαού.
Για την έγκαιρη κάλυψη των αναγκών της ηλικίας, ειδικά στα αποκλειστικώς θηλάζοντα βρέφη, αλλά και την αύξηση της αποδοχής των λαχανικών από το βρέφος είναι προτιμητέο να ξεκινήσουμε με λαχανικά και κρέας. Τα βρέφη της ηλικίας αυτής έχουν αυξημένες ανάγκες σε σίδηρο και ψευδάργυρο, συστατικά τα οποία περιέχονται στο κρέας και τα λαχανικά, τα οποία εξάλλου, σε σχέση με τα φρούτα ή τα δημητριακά, περιέχουν σε μεγαλύτερη πυκνότητα και άλλα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Διαδικασία εισαγωγής
Η εισαγωγή επιτυγχάνεται με την προσφορά μικρής ποσότητας, ποικιλίας διαφορετικών τροφών, η οποία αυξάνεται και εμπλουτίζεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ως γενικός κανόνας πρέπει να ισχύει η διατροφή με κατά το δυνατό μεγαλύτερη ποικιλία τροφίμων, διαφορετικών ειδών με διαφορετικά χρώματα, γεύσεις, μυρωδιές και υφές, η οποία εξασφαλίζει τη λήψη επάρκειας θρεπτικών συστατικών, την ευκολότερη αποδοχή νέων τροφών και συνεπακόλουθα την αύξηση του φάσματος των γευστικών προτιμήσεων και την πρόληψη της επιλεκτικής σίτισης.
Έτσι, είναι πιο σημαντικό στην αρχή να προσφέρουμε διαφορετικές τροφές σε μικρές ποσότητες, ώστε να μάθει να αποδέχεται και τελικά να απολαμβάνει νέες γεύσεις και υφές, παρά να προσπαθούμε να ολοκληρώσει ένα γεύμα με πίεση. Στη συνέχεια, σταδιακά αυξάνουμε την ποσότητα της τροφής και τη συχνότητα των γευμάτων με σκοπό να ικανοποιήσουμε την πείνα και το ενδιαφέρον του. Αν φαίνεται ότι δεν του αρέσει μία τροφή, δεν πιέζουμε, ούτε θεωρούμε ότι δεν πρόκειται να την φάει ποτέ. Την προσφέρουμε ξανά κάποια άλλη φορά. Μπορεί να χρειαστεί να δοκιμάσει μία νέα γεύση έως και 15-20 (!) φορές για να την συνηθίσει και να του αρέσει.
Επίσης, έχει παρατηρηθεί το παιδί να μην δέχεται μια τροφή που έτρωγε προηγουμένως ή να μειώσει την ποσότητα που συνήθως έτρωγε. Είναι αναμενόμενο κάποιες μέρες να τρώει περισσότερο και όλες τις τροφές, κάποιες άλλες να τρώει μικρότερη ποσότητα και περισσότερο επιλεκτικά. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, το πιο πιθανό είναι ότι θα επανέλθει σύντομα στις προηγούμενες συνήθειές του.
Εισαγωγή αλλεργιογόνων τροφών και γλουτένης
Νέες μελέτες έδειξαν ότι η καθυστερημένη εισαγωγή αλλεργιογόνων τροφών δε μειώνει την συχνότητα εμφάνισης αλλεργιών, όπως είχε θεωρηθεί παλαιότερα, φαίνεται μάλιστα ότι προκαλεί πιθανώς το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης τροφικής αλλεργίας. Συνεπώς, οι τροφές που θεωρούνται πιο αλλεργιογόνες, π.χ. αυγό, ψάρι, ξηροί καρποί, δεν εισάγονται στην διατροφή του βρέφους αργότερα από τις υπόλοιπες, όπως παλαιότερα και πολλές φορές ακόμη και σήμερα ακολουθείται ως τακτική, αλλά μπορεί να ξεκινήσουν όπως και κάθε άλλη τροφή από την αρχή, σε ηλικία 4-6 μηνών. Καθυστερημένη εισαγωγή των αλλεργιογόνων τροφών δεν συστήνεται ούτε στην περίπτωση βρεφών που έχουν παρουσιάσει αλλεργική προδιάθεση (π.χ. αλλεργία στο γάλα αγελάδας ή έκζεμα). Η πιθανότητα εμφάνισης αλλεργιών μπορεί να μειωθεί, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, όταν η εισαγωγή νέων τροφών γίνεται παράλληλα με μητρικό θηλασμό.
Για την γλουτένη συστήνεται επίσης εισαγωγή σε ηλικία 4-6 μηνών χωρίς καθυστέρηση, σε μικρές ποσότητες κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων και αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους, χωρίς όμως να έχει αποσαφηνιστεί η ιδανική ποσότητα. Στην περίπτωση βρεφών με οικογενειακή προδιάθεση για κοιλιοκάκη (δυσανεξία στην γλουτένη) η σύσταση είναι να εισάγεται η γλουτένη επίσης στην ηλικία 4-6 μηνών, αλλά η κατανάλωσή της περιορίζεται σε μικρή ποσότητα κατά τα δύο πρώτα έτη ζωής.
Χυμοί φρούτων
Οι φρέσκοι χυμοί φρούτων και λαχανικών πρέπει να αποφεύγονται κατά το πρώτο έτος ζωής γιατί δεν προσφέρουν επιπλέον θρεπτικό όφελος και έχουν συνδεθεί με παιδική παχυσαρκία. Η αυξημένη κατανάλωσή τους μπορεί να επιφέρει διάρροιες, μειωμένη απορρόφηση θρεπτικών συστατικών και τερηδόνα. Αντί χυμών, προτιμώνται ολόκληρα φρούτα, πρόσφατα λιωμένα ή πολτοποιημένα. Μετά τη βρεφική ηλικία, άνω του έτους και έως 3 ετών, μπορούμε να προσφέρουμε χυμούς φρέσκους αποκλειστικά και σε μικρή ποσότητα (ένα μικρό ποτήρι ~100-150 ml ημερησίως). Οι τυποποιημένοι χυμοί, ειδικά εκείνοι που περιέχουν ζάχαρη, θα πρέπει να αποφεύγονται σε όλη την παιδική ηλικία.
Πρόληψη παχυσαρκίας
Ως γενική αρχή για τη μείωση του κινδύνου παχυσαρκίας στο μέλλον, καλό είναι να αντικαθιστούμε τα τρόφιμα τα οποία είναι υψηλής θερμιδικής απόδοσης και πλούσια σε πρωτεΐνες, με λαχανικά, φρούτα και δημητριακά που έχουν χαμηλότερη ενεργειακή πυκνότητα.
Θέση φαγητού - πρόληψη πτώσεων
Κατά τη διάρκεια του φαγητού το μωρό πρέπει να είναι σε καθιστό με υποστήριξη στο ειδικό κάθισμα. Προσοχή: πρέπει να είναι συνεχώς και πάντα δεμένο με τους ειδικούς ιμάντες. Πτώσεις συμβαίνουν συχνά και μάλιστα σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Θα πρέπει να δένετε το παιδί με τους ιμάντες από την πρώτη και κάθε φορά που κάθεται στο ειδικό καθισματάκι, όσο απίθανο και αν σας φαίνεται ότι μπορεί να μετακινηθεί.